Δευτέρα, 5.40πμ
Το ξυπνητήρι θέλει να ξυπνήσω νωρίς, του τη σκάω, θα ξυπνήσω μόνη μου και νωρίτερα. Νόμιζα ότι ο ήλιος βγαίνει στις 6, αλλά φθινοπώριασε και όλα είναι σκοτεινά. Δε με πειράζει, περιμένω ανυπόμονα την επόμενη εποχή, την επόμενη φάση, του φεγγαριού ή του σώματος μου. Το σώμα μου αλλάζει πιο γρήγορα από τις φάσεις του φεγγαριού. Είναι 5.45 Δευτέρα και πίνω καφέ για τελευταία φορά φέτος στο σπίτι της μαμάς μου στην Αθήνα. Είναι αγουροξυπνημένη ενώ εμένα το μυαλό μου δουλεύει γρήγορα. Μόλις θα πάρω το ταξί για το αεροδρόμιο, θα μετοικήσει στο δωμάτιο της, που μου είχε παραχωρήσει, και θα αποκοιμηθεί ξανά. Ίσως να ονειρευτεί ότι δεν έφυγα. Ίσως κάνω το ίδιο όνειρο κι εγώ αλλά με τα μάτια ορθάνοιχτα. Στο αεροδρόμιο το κρουασάν έχει 3.50 ευρώ. Πηγαίνω πάνω κάτω κάνοντας έρευνα αγοράς. Τελικά αγοράζω ένα πιο φθηνό, και είναι αξιοπρεπές. Τι βλακεία να τρως κρουασάν λίγες ώρες πριν πας στην πηγή που αναβλύζει βουτυρένιες ενοχικές απολαύσεις. Το στομάχι μου έχει δική του βούληση αυτές τις μέρες. Είμαι χαρούμενη.
Τρίτη, 7.45πμ
Μ’αρέσει αυτή η καινούρια μου συνήθεια, να ξυπνάω νωρίς. Την είχα ξεχάσει. Έχει να συμβεί χρόνια, βασικά αντάλλαξα την ψυχική ισορροπία με την πρωινή αδιαθεσία· από τότε που παίρνω σταθεροποιητές διάθεσης ξυπνάω με ένα κόμπο στο στομάχι, που περνάει νομοτελειακά στο πρώτο μισάωρο. Πόση σημασία έχει αυτό το πρώτο άβολο μισάωρο; Δε γνωρίζω την απάντηση. Στην πραγματικότητα σοκάρομαι κάθε φορά που σκέφτομαι πόσο κυριαρχούν οι ορμόνες και πόσο καταδυναστεύουν την καθημερινότητά μας ή την ομορφαίνουν. Σαν όταν κάνει φρικτή ζέστη και δεν μπορείς να θυμηθείς πώς ήταν όταν ξύλιαζες από το κρύο. Έτσι και η διάθεσή μου. Ξέρω ότι είναι ασανσέρ, αλλά όταν είμαι στον τελευταίο όροφο ξεχνάω πως μπορεί να κατρακυλήσω χωρίς να μπορώ να πιαστώ από πουθενά. Μοιάζει, βέβαια, ότι όλα μπορούν να επιλυθούν αν, μόνο αν, καταφέρω να ξυπνάω νωρίς. Πηγαίνουμε στη γιατρό, εγώ με τη φουσκωμένη μου κοιλιά κι εκείνος πάντοτε λιγνός και ψηλός και ήρεμος. Θέλω να πω στη γιατρό, κοιτάξτε πόσο σωστή έγκυος είμαι. Κοιτάξτε, τα έκανα όλα σωστά. Θέλω να πάρω την επιβράβευση. Ζω για το μπράβο της. Οι κοπέλες στην είσοδο του ιατρείου με ρωτάνε σε ποιο μήνα είμαι και δεν πιστεύουν πόσο γρήγορα πέρασε ο καιρός. Λάμπετε! Η γιατρός με βλέπει με το κολάν και μου λέει να προσέξω το βάρος μου. Παγώνω. Μια μικρή, αδιόρατη λεπίδα τρυπάει εκεί στο εσωτερικό αγγείο της καρδιάς μου. Φυτεύει μια αμφιβολία που θα ποτιστεί λαίμαργα τις επόμενες μέρες. Μήπως έχετε διαβήτη εγκυμοσύνης; Το μωρό είναι πιο μεγάλο απ’όσο θα ‘πρεπε.
Τετάρτη, 8.00πμ
Ο λαιμός μου πονάει. Δεν μπορώ να καταπιώ. Είμαι εξαντλημένη αλλά ξυπνάω νωρίς και πάλι. Το προηγούμενο βράδυ κλαίω με λυγμούς, όταν, χωρίς καμία λογική, αποφασίζω ότι καταστρέφω τη ζωή μέσα μου, γιατί έφαγα το γαμημένο κρουασάν. Όλα τα γαμημένα κρουασάν, και τους χυμούς πορτοκάλι, που είναι τέζα στη ζάχαρη, και μερικές λαχταριστές μακαρονάδες. Η ζυγαριά λέει ένα νούμερο που δεν έχω ξαναδεί, αλλά αν ήμουν λίγο πιο ψύχραιμη, δε θα πάθαινα αυτό που παθαίνω. Ωραία, πήρες 6 κιλά. Δεν ήρθε το τέλος του κόσμου. Στο μεταξύ, στο εργαστήρι για να κάνω την εξέταση για το διαβήτη, μερικά λεπτά αφού έχω καταπιεί 75γρ. γλυκόζης, νιώθω πως θα λιποθυμήσω. Όλα ασπρίζουν και κουνιούνται. Αλλά επιμένω, είμαι καλά. Με προστατεύουν οι ορμόνες μου. Η γιατρός, θυμάμαι, μου είχε πει ότι όταν γεννήσω θα πρέπει να προσέξω, γιατί αυτή η ευφορία θα φύγει, και θυμάμαι και τον ψυχίατρο που λέει ότι όταν γεννήσω θα πρέπει να προσέξω, γιατί είμαι διπολική, και μπορεί να σημαίνει κάτι αυτό. Μπορεί και να μη σημαίνει τίποτα. Χτυπάει η καρδιά μου και μετά χτυπάει και κάτι στο δεξί μέρος του στομαχιού μου που είναι ο κωδικός ότι το παιδί μου ξυπνάει.
Πέμπτη, 9.10πμ
Τόσο κράτησε, το ξέρω. Όταν ξυπνάω με κακή διάθεση, πιο αργά, και αυτό το μουντό φως που υποκαθιστά τον ήλιο το φθινόπωρο έχει βγει, ξέρω πως οι ορμόνες κάνανε τον κύκλο τους και τώρα ήρθε η επόμενη φάση του φεγγαριού ή της κοιλιάς μου ή αυτού που μεγαλώνει μέσα μου και δεν είμαστε πολύ φίλοι και φοβάμαι πως δεν τον προστατεύω πολύ καλά από τις αλλαγές διάθεσής μου. Ο σύντροφός μου είναι υποστηρικτικός αλλά δεν καταλαβαίνει πόσο τρομακτικό είναι όταν δεν νιώθω τίποτα στην κοιλιά μου για 5 ή 6 ώρες. Αυτό το πετάρισμα, που ενεργοποιείται όταν αυτά που δεν κάνει να τρώω, τα καταβροχθίζω, γι’αυτό το πετάρισμα ζω. Όταν δε νιώθω τίποτα, πανικοβάλλομαι. Κάθομαι λίγο ακόμη στο κρεβάτι. Κλείνω τα μάτια μου, ξέροντας πως δεν υπάρχει χειρότερη καταδίκη στον εαυτό μου δοσμένη από το χειρότερο δικαστήριο, τον εαυτό μου, από το να κλείνω τα μάτια μου ενώ δε νυστάζω. Είμαι μόνη στο σπίτι. Συνειδητοποιώ ότι η ευφορία κράτησε όσο κράτησε. Μπορεί και να ξανάρθει, αλλά αυτή τη στιγμή δεν είναι στο δωμάτιο μαζί μας. Είναι στο χέρι μου αν θα την αποζητήσω ικετεύοντας τις επόμενες μέρες. Δεν έχει αποφασιστεί αυτό ακόμη. Σκέφτομαι το τραγούδι της Julien Baker, Favor:
It doesn't feel too bad, but it
Doesn't feel too good, either
Just like a nicotine patch, it
Hardly works, then it's over
Παρασκευή, 11πμ
Ο οστεοπαθητικός λέει να χαϊδεύω στη φορά του ρολογιού την κοιλιά μου, γιατί ο μικρός έχει κάτσει εκεί κάτω από το δεξί πνευμόνι και μου πιέζει το διάφραγμα, μπας και αλλάξει θέση. Δεν ήξερα ότι είχε κάποιο νόημα το διαρκές ακούμπισμα της κοιλιάς. Νόμιζα ότι οι έγκυες θέλανε να μας δείξουν ότι ανήκουν σ’ένα κλαμπ για το οποίο, ξεκάθαρα, για χρόνια, έτρωγα πόρτα κατάμουτρα. Όσο σκυθρωπή κι αν είμαι, άλλο τόσο νιώθω αχάριστη γιατί πριν από μερικούς μήνες θα σκότωνα να είμαι έγκυος, σε όποια διάθεση και να βρισκόμουν. Αυτό το αυτομαστίγωμα με συντροφεύει μέχρι το μεσημέρι που πέφτω σε λήθαργο και ονειρεύομαι κάποια παλιά μου φίλη, που έχει γίνει μαμά, και δε μου μιλάει πια. Όλα μου τα όνειρα περιέχουν μια ματαίωση και δεν έχουν πολλή πλάκα πια. Δεν πετάω αεροπλάνα πάνω από το Ιράκ πια ούτε επιτίθεμαι σε διαρρήκτες με μικρά κομμάτια παρμεζάνας. (Λάμπετε! Πόσα έτη φωτός μοιάζουν να πέρασαν από αυτό το επιφώνημα και είναι μόλις τρεις μέρες)
Δευτέρα, 10.30πμ
Ξυπνάω ξεκούραστη στις επτάμιση αλλά είναι σαφές ότι δεν μπορώ να σηκωθώ. Ξανακλείνω τα μάτια μου. Τα ξανανοίγω δυο ώρες μετά, φουλ στην ενοχή και μηδέν κρουασάν. Προτιμούσα, σίγουρα, εκείνη την ενοχή. Το αγόρι μέσα μου δε διαμαρτύρεται, και σκέφτομαι ότι σε λίγο καιρό δε θα μπορώ να ξανακλείνω τα μάτια μου επειδή, έτσι, μου έκατσε και δεν έχω διάθεση. Αναρωτιέμαι αν αυτό που ζω είναι μια παρένθεση πολυτέλειας. Στο μεταξύ, δουλεύω, αλλά είμαι μπροστά από τον υπολογιστή στις συνεντεύξεις και αισθάνομαι μόνη, φρικτά μόνη γιατί περνάω 14 ώρες της μέρας με τη γάτα μου, που, γουέλ, είναι μαλάκας και δε μου δίνει καμία σημασία, ποτέ. Δε θέλει καλοπιάσματα, δε θέλει λιχουδιές, δε θέλει τίποτα. Εγώ τι θέλω;
Τρίτη, 11πμ
Σκέφτομαι να καταγράψω αυτές τις δέκα μέρες της επιστροφής μου, όχι γιατί έχουν κάποιο φρικτό ενδιαφέρον, αλλά γιατί θέλω να καταλάβω τι συμβαίνει στο σώμα μου, τι συμβαίνει στο μυαλό μου, ποιες συνάψεις έχουν πειραχτεί και αν έχω έστω και ένα ψείγμα ελέγχου. Ψάχνω μια σωσίβια λέμβο, δηλαδή. Βέβαια, ακόμη κι αν δεν την βρω, μπορώ να κολυμπήσω, ξέρω να κολυμπάω. Με τρομάζει η ιδέα του αγνώστου που θα βιώσω σε μερικούς μήνες και πώς κάποιος εξωτερικός παρατηρητής μπορεί να πει, καλά πόσο ηλίθια ήσουν να καταπιάνεσαι με τέτοιες ανοησίες, και να αφήνεις απ’έξω τη μεγάλη εικόνα. Αυτός ο παρατηρητής είναι μάλλον μια πανοπλία που έχω εναποθέσει στο εξωτερικό στρώμα της συνείδησής μου, και κάθε φορά που νιώθω αδύναμη, μου επιτίθεται. Θέλω να γίνω καλύτερη. Αλήθεια, αλήθεια. Αλλά δεν ξέρω πώς. Δε θέλω support groups και άλλες μαμάδες to be. Θέλω απλά να σταματήσω να καίω το μυαλό μου τόσο ώστε να μη ζω με τον εφιάλτη ότι άρχισα, πριν ακόμη καλά-καλά τη δημιουργήσω, να καταστρέφω τη ζωή που με κατοικεί. Θέλω να αναπνεύσω, κι ας μην είναι ευφορία αυτό που θα τρυπώσει στα πνευμόνια μου.
Αν έφτασες εδώ κατά λάθος, αυτό είναι το newsletter μου, Don’t tell me how it ends. Aν θες να διαβάζεις (σχεδόν) κάθε Κυριακή πρωί ένα προσωπικό essay με πολλά ερωτηματικά και ελάχιστες απαντήσεις, I’m your girl. Welcome to my messy world. 👇