Έχω μια φίλη. Θέλω να μιλήσω γι’αυτήν την φίλη. Είναι μια καρδιακή φίλη, και η φιλία μας ξεκίνησε πάρα πολύ επεισοδιακά - μου έκλεψε, μ’ένα τρόπο, τον γκόμενο- και επειδή ήμουν 22 χρονών και το μυαλό στο κεφάλι μου δεν στρόφαρε προς την αυτοσυντήρηση αλλά προς το μάζεμα εμπειριών, θεώρησα ότι έπρεπε να γίνουμε φίλες. Αν μας άρεσε το ίδιο αγόρι, σκέψου τι άλλο κοινό μπορεί να έχουμε. Το αγόρι, βέβαια, στα 00ς, δεν είχε την ίδια γνώμη. Πάντοτε οι άντρες φοβούνται τις γυναικείες συμμαχίες, τρόπον τινά. Τελοσπάντων, αυτή η φιλία άνθισε με τα χρόνια και το αγόρι συγχώρεσε την πρωτοβουλία μου. Μεταξύ μας, δεν του έπεφτε και πάρα πολύ λόγος.
Με τη φίλη μου δε ζούμε στην ίδια χώρα. Με τις περισσότερες φίλες μου δε ζούμε στην ίδια χώρα. Μαζί τους, μ’ένα τρόπο, έχω μια εξιδανικευμένη σχέση, μια σχέση που δεν πατάει στη γη αλλά υπερίπταται, γιατί συναντιόμαστε 3 ή 4 φορές το χρόνο, και είναι όλο πυροτεχνήματα και κουβέντες μέχρι αργά τη νύχτα, που συνήθως ξαναχτίζουμε τον κόσμο ο οποίος όταν ξημερώσει θα έχει επιστρέψει στους αργούς μη ιδανικούς ρυθμούς του. Τίποτα δεν άλλαξε αλλά κι όλα άλλαξαν. Τον υπόλοιπο καιρό, περνάμε το χρόνο μας στα μηνύματα. Έτσι κυλάνε οι μέρες μας, μ’αυτήν την καθημερινή κουβέντα, όπου ίσως δίνει μια όψη ενδιαφέροντος στις ζωές μας γιατί ρωτάμε, δυο και τρεις φορές τη μέρα, πώς είσαι, πώς πας με τα άλλα, τι κάνεις τώρα που μιλάμε. Συνήθως οι απαντήσεις μας είναι μακριές και οι περισσότεροι θα τις έβρισκαν ανιαρές, καμιά φορά πάμε να μαζέψουμε τα ρούχα απ’το μπαλκόνι και έχει κάτσει ένα σπουργίτι και μπορεί να το πάρουμε φωτογραφία και να τη στείλουμε η μία στην άλλη, ή μπορεί η καθαρίστρια να μπέρδεψε τις διευθύνσεις και να πήγε στο παλιό μας σπίτι και θα το πούμε, και είναι ξεκάθαρα ένας διάλογος που τείνει να καλύπτει τα κενά. Τα κενά στη μέρα, που κάποιοι από μας αισθάνονται μοναξιά ή νιώθουν πως δεν έχει νόημα όλο αυτό. Όλο αυτό. Η καθημερινότητα. Τι αξία έχει ένα ηλιοβασίλεμα, αν δεν το μοιραστείς; Η ζωή δεν είναι κάπως αυτά τα κενά;
Βέβαια, δεν είναι μόνο ανιαρές και ανώδυνες οι κουβέντες μας. Η φίλη μου συχνά μου λέει, πετάω λεφτά στην οθόνη, όταν θεωρεί ότι η συζήτηση της προσέφερε κάποια προσωπική αναλαμπή, ότι στο τάδε - σημαντικό - πρόβλημα, είπα κάτι χρήσιμο. Τότε χαίρομαι κι εγώ, και αισθάνομαι χρήσιμη. Εδώ και λίγο καιρό έχω πολλές αντιστάσεις με τους ψυχοθεραπευτές. Έχω αρχίσει να πιστεύω ότι εμείς οι ίδιοι μπορούμε να είμαστε οι ψυχοθεραπευτές μας. Μπορεί, βέβαια, να είμαι άφραγκη, και να μην με παίρνει να δω κάποιον. Τα ψέματα που λέμε στους εαυτούς μας προσπαθώντας να βγάλουμε μια άκρη είναι δυνατά, σταθερά και ακούνητα.
Πέρασα ένα μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής μου επηρεασμένη από το ανδρικό βλέμμα, και ασχολούμενη με αυτό το κομμάτι τόσο πολύ που έμοιαζε να είναι το μόνο κομμάτι που μπορεί να με ενδιέφερε, που να είχε κάποια αξία. Δεν ξέρω τι συνέβη, και πώς, αλλά δε μου λείπει πια το φλερτ. Συνειδητοποίησα, όψιμα, ότι αυτό που είχε την μεγαλύτερη αξία ήταν το να αισθάνομαι μια πνευματική αφύπνιση, με κάποιον τρόπο. Δε ζητάω πια από το ανδρικό βλέμμα να με ξυπνήσει, και δεν αισθάνομαι άνετα όταν κάποιος που δε με ξέρει καλά προσπαθεί να με ψυχαναλύσει. Είναι αρκετά αστείο, αλλά αυτό το νιουζλέτερ, και δίκαια, έχει δώσει ένα βήμα σε κάποιους ανθρώπους να μου μιλήσουν, ξανά, ή και για πρώτη φορά. Είναι, συνήθως, υπέροχο αυτό, γιατί αν έκανα για κάποιο λόγο το νιουζλέτερ, ήταν για να συνδεθώ με ένα μικρό αλλά σημαντικό σύμπαν. Βέβαια, υπάρχουν και κάποιες παραφωνίες σε όλο αυτό. Κάποιος που μπορεί να κατάλαβε ότι αναφερόμουν σ’αυτόν, και θεώρησε ότι πρέπει να μου μιλήσει, ότι είχαμε κάτι να πούμε. Ή, πιο ταιριαστά, κάποιος που μοιράστηκε μια ζοφερή πραγματικότητά του μαζί μου, χωρίς να το ζητήσω, σκεφτόμενος, ίσως, ότι εφόσον μοιράζομαι τα μυστικά μου με το μικρό σύμπαν που με διαβάζει, μπορεί κι εκείνος, να στρέψει το φακό προς εμένα και να μου πει τη δική του ιστορία. Βέβαια, υπάρχει αντίλογος σε όλο αυτό. Αφενός, αν θέλω να απευθυνθώ σε κάποιον, δε θα το κάνω μέσα από το νιουζλέτερ. Υπάρχουν τρόποι επικοινωνίας πιο άμεσοι και αποτελεσματικοί απ’αυτόν. Αφετέρου, όταν μοιράζομαι μυστικά κλειδαρότρυπας στα κείμενα μου, το κάνω με ανθρώπους που με κάποιον τρόπο το ζήτησαν. Θέλησαν να με διαβάσουν. Δεν εισβάλλω ούτε παρεισφρύω σε κάποια προσωπική τους στιγμή, πετώντας μια βόμβα κι όποιον πάρει. Τι θέλω να πω με όλα αυτά; Πώς υπάρχουν τρόποι και τρόποι να αντιδράσεις σ’αυτήν την άνευ όρων παράδοση μου.
Επί της ουσίας, ό,τι κάνουμε, είναι γιατί σεναριοποιούμε τις ζωές μας. Θέλω να πω, αυτό που με τραβάει στο γράψιμο, ή στις κουβέντες με τη φίλη μου, είναι η δυνατότητα να βγάλω μια άκρη από τα τόσα συμβαίνουν στον κόσμο, είτε δίπλα μου, είτε μακριά μου. Φυσικά, δεν υπάρχει τίποτα πιο αυθαίρετο από ένα σενάριο. Τείνουμε να φτιάχνουμε μια ιστορία γύρω από την πραγματικότητά μας, ώστε να βολεύει τις επιλογές μας και να μας επιιτρέπει να συνεχίσουμε να ζούμε. Η φίλη μου δουλεύει σήμερα σε μια τράπεζα, το οποίο πριν από μερικά χρόνια θα μας φαινόταν αδιανόητο. Αλλά πριν κάνα δίμηνο έπεισε τον εαυτό της ότι αυτό το σενάριο θα της έδινε την ελευθερία να έχει κανονικά ωράρια, καλύτερα λεφτά και την ησυχία της. Επίσης, ο εργοδότης της, αυθαίρετα είχε υποστηρίξει ότι θα μπορούσε να κάνει δημιουργικά πράγματα στη θέση που της προσέφεραν. Το πιο δημιουργικό πράγμα που έκανε η φίλη μου ήταν να διπλώνει φακέλους. Πριν απ’αυτό, η φίλη μου δούλευε σε διαφημιστική. Και πριν απ’αυτό ως δημοσιογράφος. Κάθε φορά, δημιουργούσε ένα σενάριο στο μυαλό της, για το πως μπορεί να λειτουργήσει αυτό, για το γιατί αυτή είναι η σωστή απόφαση για το επαγγελματικό της μέλλον. Έπεσε μέσα όσο έπεσε και έξω. Τείνουμε, όπως και με τις εξιδανικευμένες φιλίες, να εξιδανικεύουμε και τις παραστάσεις στη ζωή μας. Είναι, βέβαια, ο τρόπος μας για να επιβιώσουμε. Αν ήμασταν συνέχεια μπλαζέ, θα ήταν πολύ άχρωμη και άοσμη η ζωή μας. Δε θα παλευόταν.
Η σεναριοποίηση της ζωής μας είναι, για μένα, όσο απαραίτητη είναι και η αναπνοή. Δε γίνεται να βγάλω κανένα νόημα αν δεν δω πως υπάρχει μια ιστορία να διηγηθώ. Και καταλαβαίνω ότι παρά τον κυνισμό μου, χρειάζομαι να δω ένα φως στο τούνελ. Ή, όπως θα κάνει η φίλη μου, να αλλάξω σενάριο, είτε αυτό είναι μια δουλειά, είτε μια τοξική φιλία - συμβαίνουν και τέτοιες - είτε το μήνυμα κάποιου παλιού αγαπημένου που για μερικές στιγμές με αποσυντονίζει τόσο όσο διαρκεί το αγαπημένο μας τραγούδι.
Αν έφτασες εδώ κατά λάθος, αυτό είναι το newsletter μου, Don’t tell me how it ends. Aν θες να διαβάζεις κάθε Κυριακή πρωί ένα προσωπικό essay με πολλά ερωτηματικά και ελάχιστες απαντήσεις, I’m your girl. Welcome to my messy world. 👇